Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011

Χρήσιμες απαντήσεις για το Πιστοποιητικό Ενεργειακής Απόδοσης


ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ

ΛΑΜΟΓΙΑ ΚΑΙ ΡΟΥΦΙΑΝΟΙ ΥΠΗΡΧΑΝ ΠΑΝΤΑ...


Siemens Siemens Siemens Siemens....

Και όμως κανείς από αυτούς που έκαναν τόσες αναλύσεις στην τηλεόραση και στις εφημερίδες δεν τόλμησε να βάλει το πρόβλημα στην πραγματική του διάσταση.. Από τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους οι Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλία, Ρωσία, αργότερα Γερμανία και μετά το '45 οι ΗΠΑ) αντιμετώπιζαν τη χώρα μας περίπου ως αποικία τους και τις Κυβερνήσεις μας ως τοπικούς φυλάρχους που με το απαραίτητο "λάδωμα" γίνονταν οι θεματοφύλακες των εν Ελλάδι συμφερόντων τους. Πολλοί είπαν ότι η Μεταπολίτευση έκλεισε τον κύκλο της... ότι το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να συνεχίσει το βίο του καθώς αποδείχθηκε ότι αυτοί που ασκούν εξουσία τα "παίρνουν"... Τι προτείνουν όμως στον αντίποδα; κενό; αποχή; Μήπως τελικά κάποιοι επενδύουν στην αποδόμηση του σημερινού πολιτικού συστήματος; Μήπως έτσι τελικά κάποιοι καταφέρουν να προωθήσουν καλύτερα τα συμφέροντά τους; Είναι εύκολο να βάλουμε κατά ολόκληρου του πολιτικού συστήματος και να βάζουμε όλους τους Βουλευτές σε ένα "τσουβάλι". Το δύσκολο είναι να ξεχωρίσουμε αυτούς που διαφέρουν. Λαμόγια και τύποι που λαδώνονταν υπήρχαν δυστυχώς πάντα. Όμως πάντα υπήρχαν -όπως υπάρχουν και σήμερα- πολίτες αλλά και πολιτικοί που είναι ακέραιοι. Πολιτικοί που παραμένουν ρομαντικοί και τιμούν αυτούς που τους εμπιστεύονται με την ψήφο τους. Υπάρχουν πολιτικοί που άσκησαν εξουσία και διαχειρίστηκαν δημόσιο χρήμα αλλά δεν έβαλαν ποτέ το "δάκτυλό τους στο μέλι". Προφανώς αυτοί οι πολιτικοί δεν έχουν μεγάλα αφεντικά για να τους σπονσοράρουν και τις περισσότερες φορές η αναγνωρισιμότητά τους παραμένει χαμηλή. Αντίθετα, τα μεγάλα συμφέροντα -ανάμεσα σε αυτούς και οι "καναλάρχες"- έχουν συγκεκριμένους ανθρώπους τους που σπονσοράρουν αλλά και προμοτάρουν. (Όσο υπάρχουν βέβαια αυτοί δεν θα μπορέσει ποτέ να περάσει νόμος για "Βασικό Μέτοχο" και θα συνεχίσουν οι μεγαλοκατασκευαστές να παίρνουν όλα τα δημόσια έργα, να εισπράτουν υπέρογκα ποσά απ' τα διόδια και ταυτόχρονα να έχουν εφημερίδες και κανάλια που θα "αγιοποιούν" το προφίλ τους και να διαφημίζουν την όποια -υποτίθεται- αγαθοεργία τους, την οποία βέβαια έχουμε πληρώσει εμείς από το υστέρημά μας... "...άλλος πληρώνει, άλλος γαμ.ι..."). Θα πει βέβαια κανείς πως θα ξεχωρίσω εγώ ποιος μπορεί να είναι τίμιος πολιτικός και να υπηρετεί το λειτούργημά του χωρίς εξαρτήσεις; Η απάντηση προφανώς είναι δύσκολη. Εγώ το μόνο που έχω να προτείνω είναι: "γυρίστε την πλάτη σε όσους βλέπετε να τους παίζουν συνέχεια τα κανάλια. Προβληματιστείτε με αυτούς τους πολιτικούς -που ενώ είναι ήδη γνωστές κάποιες από τις ατασθαλίες τους- κάποιοι τους εμφανίζουν ως ξεχωριστούς και ότι αυτοί αποτελούν την "ελπίδα" του πολιτικού μας συστήματος..."
Λαμόγια υπήρχαν πάντα. Το στοίχημά μας είναι να μάθουμε να ξεχωρίζουμε αυτούς -τους πολύ λίγους- που διαφέρουν...
Σε αυτές τις σκέψεις με οδηγεί το συγκλονιστικό ρεπορτάζ της Παρασκευής+13.

Μίζες τότε και τώρα

Δημοσιεύθηκε 05 2 2011.



Περίπου έναν αιώνα «γνωρίζονται» τα ελληνικά κόμματα με τη γερμανική εταιρεία



Επιμέλεια: ΣΠΥΡΟΣ ΣΟΥΡΜΕΛΙΔΗΣ

Η Siemens και τα ελληνικά πολιτικά κόμματα γνωρίζονται από τη δεκαετία του ’20 του περασμένου αιώνα. Ποσοστό 10% επί του τζίρου έδινε η γερμανική εταιρεία τα τελευταία χρόνια σε Έλληνες πολιτικούς και κρατικούς παράγοντες. Ποσοστό 3%-5% έδινε προπολεμικά.

Ο Μιχάλης Χριστοφοράκος λάδωνε για λογαριασμό της Siemens στη δεκαετία του 1990.

Ο Ιωάννης Βουλπιώτης λάδωνε πριν και μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο πατέρας Χριστοφοράκος, Νικόλαος, κάθισε στο ίδιο εδώλιο με την κατηγορία του δωσίλογου επί Kατοχής, με τον Ι. Βουλπιώτη. Και οι δύο αθωώθηκαν. Όπως άλλωστε και ο Μιχάλης Χριστοφοράκος μετά τη συμφωνία με την εταιρεία του και το γερμανικό κράτος.

Η Siemens έχει μεγάλη ιστορία σ’ αυτή τη χώρα. Δεν πούλησε μόνο τηλέφωνα και τεχνολογία. Διέλυσε κόμματα, οδήγησε πολιτικούς σε παραίτηση, στήθηκαν Εξεταστικές Επιτροπές. Η Siemens κέρδισε, η χώρα έχασε. Κάποιοι πολιτικοί και κρατικοί παράγοντες πλούτισαν. Η σημερινή κυβέρνηση δηλώνει ότι θα προσφύγει κατά της γερμανικής εταιρείας για αποζημιώσεις.

Σ’ αυτή τη σχέση δεκαετιών παίχτηκαν πολύ περισσότερα πράγματα εκτός από τα λεφτά. Πριν απ’ όλα όμως αποδεικνύεται ότι οι πρωταγωνιστές ήταν πάντα Έλληνες.

Λίγες μέρες πριν αποφασιστεί η σύσταση μιας ακόμα Προανακριτικής Επιτροπής για τη Siemens, ας θυμηθούμε τις περιπέτειες της γερμανικής εταιρείας στην Ελλάδα στις δεκαετίες ’20-’30 αλλά και στη δεκαετία του ’50.

Πρωταγωνιστής τότε ο Ιωάννης Βουλπιώτης.

Ο Ιωάννης Βουλπιώτης στο προσκήνιο

Το 1926 η Telefunken που ανήκε στο συγκρότημα της Siemens ανέλαβε να εγκαταστήσει τηλεφωνικό δίκτυο στην Ελλάδα. Μαζί με τις εργασίες που έγιναν τα επόμενα χρόνια, εμφανίστηκε και ένας Έλληνας εκπρόσωπος του γερμανικού ομίλου: ο Ιωάννης Βουλπιώτης. Γιoς οικογένειας πολιτικών, ο Ιωάννης Βουλπιώτης βρέθηκε, μετά το τέλος του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου και τη Μικρασιατική Καταστροφή, στη Γερμανία για να σπουδάσει μηχανολόγος-μηχανικός. Γνωρίστηκε με την καλή κοινωνία της Γερμανίας και τελικά με την κόρη του Καρλ Φρίντριχ φον Ζίμενς, την οποία και παντρεύτηκε. Σύντομα έγινε διευθυντής της εταιρείας, ενός ομίλου που εκτός από τη Siemens ήλεγχε την Telefunken, την AEG και πολλές ακόμα εταιρείες.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’30 ο Ι. Βουλπιώτης πετυχαίνει νέες συμφωνίες με το Ελληνικό Δημόσιο: νέα τηλεφωνικά κέντρα, αλλά και τις ραδιοφωνικές εγκαταστάσεις. Ήταν η εποχή που στην Ελλάδα ξεκινούσαν συστηματικά και πλήρως επαγγελματικά οι ραδιοφωνικές εκπομπές. Ο Βουλπιώτης ιδρύει δύο ανώνυμες εταιρείες:

• Την Ανώνυμη Ελληνική Τηλεφωνική Εταιρεία (ΑΕΤΕ).

• Την Ανώνυμη Ελληνική Ραδιοφωνική Εταιρεία (ΑΕΡΕ).

Οι δουλειές που έκλεινε εξασφάλιζαν όμως και ένα ποσοστό 3%-5% για Έλληνες πολιτικούς και κρατικούς υπαλλήλους. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες (Δημοσθένης Κούκουνας), η μίζα ονομαζόταν τότε «έξτρα προμήθεια». Οι παράγοντες που έπαιρναν το έξτρα παραδάκι επισκέπτονταν τον Βουλπιώτη στο Μόναχο και τα λεφτά έμπαιναν σε κάποιον ελβετικό λογαριασμό.

Σύμφωνα με τις ίδιες μαρτυρίες, οι μίζες συνεχίστηκαν και έως την εποχή του Μεταξά, με πολλούς σημαντικούς πολιτικούς της εποχής, που κατείχαν υψηλότατες θέσεις, να… ωφελούνται από τις έξτρα προμήθειες.

Βεβαίως, αυτές αποτελούν μαρτυρίες που στηρίζονται στα λεγόμενα του Βουλπιώτη. Διότι πολύ περισσότερο απ’ ό,τι σήμερα, είναι δύσκολο να αποδείξει κανείς με τρόπο νομικά στέρεο την αλήθεια των λεγομένων του.

Ο Βουλπιώτης στα τέλη της δεκαετίας του ’30 είχε εγκατασταθεί για τα καλά στην Ελλάδα, έχοντας το στρατηγείο του στη Ρηγίλης. Η δράση του όμως γίνεται ισχυρότερη -και συγχρόνως πιο σκοτεινή- στην περίοδο της Κατοχής.

Ο Ι. Βουλπιώτης ήταν ο άνθρωπος των Γερμανών, ο άνθρωπος που κρατούσε τις σημαντικότερες γερμανικές εταιρείες στην Ελλάδα. Ο έλεγχος της ραδιοφωνίας ήταν ένα από τα σημαντικότερα όπλα της γερμανικής προπαγάνδας.

Ο Ι. Βουλπιώτης φαίνεται όμως ότι επεδίωξε να έχει σχέσεις και με πολιτικούς που δεν μετείχαν στις κατοχικές κυβερνήσεις, δεν συνεργάστηκαν δηλαδή με τους κατακτητές. Αποκτά σχέσεις ακόμα και με τον ΕΔΕΣ του Ζέρβα, αν και ήταν ο έμπιστος των Γερμανών. Ο Ι. Βουλπιώτης φαίνεται πως συνέχιζε να κινείται ως επιχειρηματίας που ασχολείται με τις εταιρείες του.

Διατηρεί επαφές με τους Θ. Πάγκαλο, Στ. Γονατά και Ι. Σοφιανόπουλο. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Δ. Κούκουνα (συγγραφέα αρκετών βιβλίων για την Κατοχή), ο Ι. Βουλπιώτης πλησίαζε όλο και περισσότερο τους ανθρώπους των συμμάχων όσο πλησίαζε το τέλος της Κατοχής. Είχε ήδη χωρίσει με την κόρη του φον Ζίμενς.

Η δίκη για δωσιλογισμό – Η «συνάντηση» με τον Νικόλαο ΧριστοφοράκοΜε την αποχώρηση των Γερμανών, ο Ιωάννης Βουλπιώτης χάνει τις εταιρείες του που επιτάσσονται ως εχθρικές. Ο ίδιος οδηγείται στο εδώλιο με την κατηγορία του δωσίλογου. Φαίνεται πως οι πολλές γνωριμίες του τον σώζουν, γιατί απαλλάσσεται έπειτα από ευνοϊκές μαρτυρίες. Οδηγείται λίγο αργότερα ξανά σε δίκη, αλλά απαλλάσσεται και πάλι λόγω αμφιβολιών.

Η βασική εναντίον του μαρτυρία προέρχεται από το συνεργάτη των Ες-Ες Ιάσονα Μανδηλάρη, ο οποίος δικάστηκε και καταδικάστηκε το Μάρτιο του 1945. Στη δίκη του μεταξύ άλλων κατονομάζει ως συνεργάτες των Γερμανών τον Ι. Βουλπιώτη αλλά και το γιατρό Νικόλαο Χριστοφοράκο, τον οποίο μάλιστα αποκαλεί «γιατρό των Ες-Ες», κάτι όμως που δεν αποδείχθηκε ποτέ. Όπως ο Βουλπιώτης, έτσι και ο Νικόλαος Χριστοφοράκος αθωώνεται λόγω αμφιβολιών.

Ο Ι. Βουλπιώτης αναζητεί την τύχη του στη Ρώμη, όπου κατορθώνει να κάνει μια δεύτερη επιχειρηματική καριέρα.

Επιστρέφει το 1950 πλέον στη Δυτική Γερμανία, όπου η Siemens του αναγνωρίζει την προϋπηρεσία του. Τον στέλνει και πάλι στην Ελλάδα ως εκπρόσωπό της για να αναλάβει να κερδίσει δουλειές στις τηλεπικοινωνίες, στη ραδιοφωνία και στους σιδηροδρόμους.

Αυτή τη δεύτερη περίοδο στην Ελλάδα κάνει την παρουσία του έντονα γνωστή.

Στις δεκαετίες του 1930 και του 1940, οι κινήσεις του ήταν γνωστές σε λίγους, στο μικρό κύκλο των πολιτικών και των επιχειρηματιών.

Στη δεκαετία του ’50 η κατάσταση είναι αρκετά διαφορετική.

Η παραίτηση Μαρκεζίνη

Στις 3 Απριλίου 1954 ο υπουργός Συντονισμού της κυβέρνησης του Αλέξανδρου Παπάγου, Σπύρος Μαρκεζίνης, υποβάλλει την παραίτησή του. Η ανακοίνωση από το Γραφείο του Πρωθυπουργού ήταν λιτή:

«Ο υπουργός Συντονισμού κ. Σπύρος Μαρκεζίνης υπέβαλε για λόγους υγείας την παραίτησίν του. Η παραίτησις εγένετο αποδεκτή. Τα καθήκοντα του υπουργού Συντονισμού θα ασκή ο μέχρι τούδε αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού κ. Θάνος Καψάλης».

Όπως περιγράφει ο Σπύρος Λιναρδάτος στο βιβλίο του «Από τον Εμφύλιο στην χούντα», ένα επεισόδιο στις 29 Μαρτίου «φαίνεται ότι ήταν η αφορμή για να «ξεχειλίσει το ποτήρι». Στο Συντονιστικό Συμβούλιο της κυβέρνησης συζητείται ο διορισμός προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με την έναρξη ο Παπάγος απευθύνεται στον υπουργό Οικονομικών Παπαγιάννη:

- Δεν λες σ’ αυτόν τον Χυσουλάκη (γενικό γραμματέα του υπουργείου) να μη διαδίδει ότι δεν κάνουμε πρόεδρο τον Πιπέρο επειδή είναι Λαϊκός…

Σηκώνεται ο Μαρκεζίνης και σε έντονο ύφος διακόπτει:

- Τέλος πάντων, αυτός ο Πιπέρος δεν θέλει να μας αφήσει ήσυχους.

Ο Παπάγος προσπαθεί να τον διακόψει:

- Εδώ ήλθαμεν να συνεδριάσωμεν. Υπό αυτούς τους όρους, όμως, συνεδρίασις δεν μπορεί να γίνη.

Ο Μαρκεζίνης αγνοεί την παρατήρηση του πρωθυπουργού και συνεχίζει…

ΠΑΠΑΓΟΣ: Αυτό που σου λέω εγώ. Απαιτώ σεβασμόν. Εγώ διοικώ.

ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ: Τότε εγώ φεύγω.

ΠΑΠΑΓΟΣ: Εδώ δεν κρατάμε κανέναν με το ζόρι. Κύριοι, η συνεδρίασις λύεται.

Με αυτές τις στιχομυθίες γράφτηκε το τέλος ενός «πολιτικού ειδυλλίου» που έφερε -και με τις ευθύνες των κεντρώων δυνάμεων και της Αριστεράς- τη Δεξιά στην εξουσία για δέκα χρόνια.

Ο Μαρκεζίνης πίστευε ότι ήταν αναντικατάστατος. Την επομένη στέλνει επιστολή στον Παπάγο και αξιώνει, για να παραμείνει στην κυβέρνηση, ευρύτερες δικαιοδοσίες και αρμοδιότητες. Η αρνητική απάντηση οδηγεί στην παραίτηση.

Λίγες μέρες αργότερα ακολουθεί ανασχηματισμός, με πολλούς μαρκεζινικούς να απομακρύνονται από την κυβέρνηση του στρατηγού Παπάγου.

Έτσι κι αλλιώς είχαν αρχίσει πολλοί να υποψιάζονται ότι υπήρχε πλέον ψυχρότητα στις σχέσεις Παπάγου-Μαρκεζίνη. Ο λόγος ήταν η υπερδραστηριότητα του υπουργού Συντονισμού και η μεγάλη προβολή του εντός της χώρας και στο εξωτερικό με τα συνεχή ταξίδια και τις συμφωνίες που έκλεινε να ενοχλούν τον Παπάγο».

Είκοσι ημέρες πριν από την παραίτηση ήταν στην Αθήνα για επίσημη επίσκεψη ο καγκελάριος της Γερμανίας Αντενάουερ. Στο κοινό ανακοινωθέν αναφέρεται και το εξής:

«Ο καγκελάριος υπεγράμμισεν ότι εκτέλεσις της από 11-11-53 Συμφωνίας της Βόννης θα συμβάλη εις την εφαρμογήν των σχεδίων ανασυγκροτήσεως της ελληνικής κυβερνήσεως».

Η Συμφωνία, στην οποία αναφερόταν ο καγκελάριος, είχε υπογραφεί από τον Μαρκεζίνη και τον τότε Γερμανό υπουργό Οικονομίας δρα Έρχαρτ, τον αρχιτέκτονα της οικονομικής ανόρθωσης της μεταπολεμικής Γερμανίας.

-Η πρώτη αφορούσε την ανάθεση χωρίς διαγωνισμό στη Siemens του εκσυγχρονισμού του ΟΤΕ και του τηλεπικοινωνιακού.

-Η δεύτερη την παροχή στην Telefunken άδειας λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού και την ανάθεση εγκατάστασης ραδιοφωνικού δικτύου σε όλη τη χώρα.

Ο ίδιος ο Σ. Μαρκεζίνης στο βιβλίο του «Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδας (1936-1975)» περιγράφει την επίσκεψή του στη Γερμανία το Νοέμβριο του 1953. Γράφει για τη συμφωνία: «Οι βασικές συνομιλίες διεξήχθησαν στη Βόννη και το σχετικό Πρωτόκολλο υπεγράφη από τον καθηγητή Έρχαρτ και από εμένα. Οι διαβουλεύσεις δεν συνάντησαν αξιόλογες δυσκολίες. Από την πρώτη συνάντηση με τον Αντενάουερ διαπίστωσα την αμέριστη συμπαράστασή του. Η επίσκεψή μου άλλωστε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Von Heuss που επέτρεψε να διαπιστώσω ότι και εκείνος επιθυμούσε την προώθηση των συνομιλιών και την υπογραφή της συμφωνίας. Μόνο ο υπουργός Εξωτερικών Χαλστάιν ενεφανίζετο, αλλά για γενικότερους λόγους, αντίθετος» (σ.σ.: αυτή την τελευταία επισήμανση για τον Χαλστάιν κρατήστε την για τη συνέχεια).

Ο Βουλπιώτης επανεμφανίζεται

Έχουν περάσει οκτώ μήνες από την παραίτηση Μαρκεζίνη και στις 10 Νοεμβρίου 1954 ρίχνει ο Παπάγος τη δική του «βόμβα». Με προσωπική δήλωση, που διανέμει το υπουργείο Τύπου, κατηγορεί τον Μαρκεζίνη ότι είχε δεσμεύσει τη χώρα απέναντι στις δύο γερμανικές εταιρείες χωρίς να ενημερώσει τον πρωθυπουργό! Τι είχε συμβεί;

Η κυβέρνηση είχε προκηρύξει διεθνή διαγωνισμό για την επέκταση του τηλεπικοινωνιακού δικτύου και την αναδιοργάνωση της ελληνικής ραδιοφωνίας. Για τα θέματα δηλαδή για τα οποία ήδη ο Μαρκεζίνης από το Νοέμβριο του 1953 είχε συμφωνήσει με τους Γερμανούς.

Μετά τη δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης επισκέπτεται τον υπουργό Εξωτερικών Στέφανο Στεφανόπουλο ο πρεσβευτής της Δυτικής (τότε) Γερμανίας και ζητεί να τηρηθούν οι υποχρεώσεις που είχε αναλάβει ο Μαρκεζίνης έναντι της Siemens και της Telefunken. Δεν ήταν όμως η μόνη διαμαρτυρία.

Από έναν άγνωστο (αρχικά) ιδιώτη είχαν διοχετευθεί στον Παπάγο φωτοτυπίες των επιστολών που είχαν ανταλλάξει Μαρκεζίνης και Έρχαρτ. Ο «ιδιώτης» δεν ήταν άλλος από τον περίφημο Ιωάννη Βουλπιώτη, που είχε επιστρέψει στις αρχές του ’50 στην Ελλάδα εκπροσωπώντας και πάλι γερμανικά συμφέροντα.

Οι Παπάγος και Στεφανόπουλος συμφωνούν ότι οι επιστολές Μαρκεζίνη – Έρχαρτ είναι δεσμευτικές και ακυρώνουν το διεθνή διαγωνισμό. Όμως ο Στεφανόπουλος κατηγορεί τον Μαρκεζίνη ότι έδειξε σπουδή και προχειρότητα προκειμένου να εμφανίσει παραγωγική την επίσκεψή του στη Γερμανία. Πέντε ημέρες μετά τις δηλώσεις Παπάγου θα έλθει στην Αθήνα ο Έρχαρτ, ο οποίος δεν αφήνει περιθώρια υπαναχώρησης. «Δεν ήλθα εδώ», δήλωσε, «για να ερμηνεύσω μια συμφωνία, γιατί δεν τίθεται θέμα ερμηνείας».

Για να «γλυκάνει» κάπως την κυβέρνηση δέχεται αποδέσμευση της κυβέρνησης για την Telefunken. Ακολουθούν δεσμευτικές επιστολές μεταξύ Έρχαρτ και Παπαληγούρα, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον παραιτηθέντα μαρκεζινικό Καψάλη. Είναι 19 Νοεμβρίου 1954. Η Siemens εγκαθίσταται στην Ελλάδα και αναλαμβάνει την αναδιοργάνωση των τηλεπικοινωνιών.

Η υπόθεση όμως δεν κλείνει για την κυβέρνηση και την πολιτική ζωή της χώρας.

Όπως φαίνεται ο Αλ. Παπάγος αψήφησε τις συμφωνίες Μαρκεζίνη ύστερα από τις πιέσεις του αμερικανικού παράγοντα που ήταν ο μεγάλος χρηματοδότης (με το αζημίωτο) της Ελλάδας τότε. Άρα δεν ήθελε να βλέπει τους Γερμανούς να παίρνουν μεγαλύτερες σε νευραλγικούς τομείς δουλειές στην Ελλάδα.

Δάνεια όμως η κυβέρνηση Παπάγου είχε πάρει εκτός από τις ΗΠΑ και από τη Δυτική Γερμανία και από τη Γαλλία. Μαζί με τα δάνεια ήρθαν και οι δουλειές για τη Siemens και για τον άνθρωπό της, τον Ιωάννη Βουλπιώτη.

Οι Γερμανοί ξανάρχονται και ο Ελληνικός Συναγερμός διασπάται

Η Siemens μετά τις επιστολές Βουλπιώτη στον Παπάγο εξασφάλισε την υλοποίηση των συμφωνιών, η κυβέρνηση του Συναγερμού όμως κλυδωνίζεται.

Ο στρατηγός Παπάγος στις 10 Νοεμβρίου κατηγορεί τον Σπ. Μαρκεζίνη ότι απέκρυψε τις επιστολές Έρχαρτ, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να μη γνωρίζει τις συμφωνίες γι’ αυτό και προχώρησε σε διαγωνισμούς τους οποίους αναγκάστηκε να ακυρώσει στη συνέχεια. Τον κατηγορεί ότι είχε δεσμεύσει τη χώρα χωρίς να το γνωρίζει ο πρωθυπουργός.

Η κυβέρνηση δίνει στη δημοσιότητα τις επιστολές Έρχαρτ-Μαρκεζίνη αναγνωρίζοντας ότι υπάρχει συμφωνία. Ο Έρχαρτ έγραφε μεταξύ άλλων προς τον Μαρκεζίνη: «Εφέρατε εις γνώσιν μου ότι είσθε έτοιμος να αναλάβετε τη φροντίδα ώστε εις μεν τον οίκον Siemens να ανατεθή η τεχνική επιστασία και η επέκτασις του ελληνικού τηλεφωνικού δικτύου μετά δε του οίκου Telefunken να σκοπηθή η σύναψις συμβάσεως περί χορηγήσεως αδείας λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού και περί κατασκευής του ελληνικού ραδιοφωνικού δικτύου. Έλαβα μετ’ ευχαριστήσεως γνώσιν των ανωτέρω και δύναμαι μεθ’ ικανοποιήσεως να διαπιστώσω ότι ανασυνδέονται αι παλαιαί και δι’ αμφότερα τα μέρη αποδοτικαί σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και των δύο τούτων γνωστών και παγκοσμίου φήμης γερμανικών οίκων».

Ο Μαρκεζίνης στη δική του επιστολή βεβαιώνει ότι πήρε το γράμμα του Έρχαρτ και ότι συμφωνεί με τον περιεχόμενό του.

Η δημοσιοποίηση του θέματος και οι κατηγορίες Παπάγου προκαλούν την άμεση αντίδραση του Μαρκεζίνη και των μαρκεζινικών. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης παραιτείται από το Συναγερμό. Οι υπουργοί Θ. Καψάλης, Κ. Παπαγιάννης και Γ. Ρωμανός παραιτούνται διαμαρτυρόμενοι για τις κατηγορίες Παπάγου.

Την άλλη μέρα (11.11.1954) παραιτούνται 22 συνολικά μαρκεζινικοί βουλευτές από το Συναγερμό: Βοβολίνης, Βούλτσος, Πετραλιάς, Πλαγιάννης, Καραθόδωρος, Μπακόλας, Δανιηλίδης, Σκούρας κ.ά.

Έτσι ανασυγκροτείται το κόμμα του Σπ. Μαρκεζίνη, που κατηγορεί το Συναγερμό για υποταγή στις παλαιοκομματικές δυνάμεις.

Ο Μαρκεζίνης σχετικά με τις επιστολές Έρχαρτ υποστηρίζει ότι: «…είναι απολύτως ανακριβές ότι δεν ετηρήθη ενήμερος ο κ. Πρωθυπουργός των διεξαχθεισών εν Γερμανία διαπραγματεύσεων καθ’ όσον άμα τη επιστροφή μου, επί δίωρον τουλάχιστον, εις το Συντονιστικό Συμβούλιον ανέφερα εν λεπτομερεία όλα τα σχετικά προς τας διαξαχθείσας εν Γερμανία συζητήσεις, ως και εις την αγόρευσίν μου εις την Βουλήν, κατά την συνεδρίασιν της 23ης Νοεμβρίου 1953 όπου και ειδικώς εμνημόνευσα τας προτάσεις Siemens και Telefunken, δηλώσα ότι “ευχέρειαν απεκτήσαμεν, δεν ανελάβαμεν δεσμεύσεις”».

Στις δηλώσεις Μαρκεζίνη απαντούν με ανακοίνωσή τους οι Αλ. Παπάγος, Π. Κανελλόπουλος, Στ. Στεφανόπουλος και Εμ. Τσουδερός υποστηρίζοντας ότι ο Μαρκεζίνης έχει κάνει λόγο για προσφορές των δυο γερμανικών εταιρειών αλλά δεν έχει πει τίποτα στην κυβέρνηση για επιστολές που αντάλλαξε με τον Έρχαρτ. «Άρα επιμελώς απέκρυψεν την ύπαρξιν των επιστολών και από τον πρωθυπουργόν και από το Συντονιστικόν Συμβούλιον και από την Βουλήν».

Ο αρχηγός των Φιλελευθέρων Γ. Παπανδρέου μιλά για «πολιτικήν και ηθικήν κρίσιν» και η ΕΔΑ επισημαίνει ότι οι διαμάχες στην κυβέρνηση αφορούν εκχωρήσεις στο ξένο κεφάλαιο. «Το ζήτημα παίρνει την μορφήν ανταγωνισμού μεταξύ γερμανικού και αμερικανικού κεφαλαίου διά την κατάκτησιν της ελληνικής αγοράς» είναι το συμπέρασμα της ΕΔΑ.

Στις 15 Νοεμβρίου και ενώ ακόμα συνεχίζεται ο πολιτικός σάλος, φτάνει στην Αθήνα ο Έρχαρτ και ζητά υλοποίηση των συμφωνηθέντων.

Η κυβέρνηση Παπάγου προχωρά σε νέα ελληνογερμανική συμφωνία με την υπογραφή Παπαληγούρα (αυτή τη φορά). Η συμφωνία προβλέπει:

Μικτή ομάδα πραγματογνωμόνων η οποία θα εκπονήσει σχέδιο για να απορροφηθούν οι γερμανικές πιστώσεις των 200 εκατομμυρίων μάρκων.

Παρατείνεται η προθεσμία για να χρησιμοποιηθούν οι πιστώσεις για την Πτολεμαΐδα (ΔΕΗ) έως την 31η Μαρτίου του 1955.

Εξασφαλίζεται η εξαγωγή καπνών και ξηρών καρπών στη Δ. Γερμανία.

Θα αρχίσουν οι συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και Siemens.

Και (προσοχή) η ελληνική κυβέρνηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να αποδώσει τις γερμανικές περιουσίες που έχουν κατασχεθεί στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο!

Στις 16 Νοεμβρίου κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή της στη Βουλή η Κοινοβουλευτική Ομάδα Μαρκεζίνη που ζητά να συζητηθούν οι ελληνογερμανικές συμφωνίες.

Στις 24 Νοεμβρίου 1954 αρχίζει συζήτηση στη Βουλή, στην οποία επικρατούν οι αντιπαραθέσεις μεταξύ της κυβέρνησης και του Μαρκεζίνη. Εκεί αποκαλύπτεται το παρασκήνιο.

Όπως αναφέρει ο Σ. Λιναρδάτος, ο Βουλπιώτης είχε παραδώσει στον Παπάγο το αρχικό κείμενο, το οποίο δέσμευε ρητά την κυβέρνηση. Ο Καψάλης, που διαδέχθηκε στο υπουργείο Συντονισμού τον Μαρκεζίνη, δίνει στον Παπάγο το διορθωμένο, από το οποίο δεν προκύπτει δέσμευση. Παρεμβαίνει και πάλι ο Βουλπιώτης με επιστολή του στον Παπάγο, υποστηρίζει ότι ο Μαρκεζίνης τον είχε παρακαλέσει να πείσει τους Γερμανούς να μην κάνουν λόγο για τις επιστολές και υποσχέθηκε ότι όταν επανέλθει στην εξουσία θα τακτοποιούσε όλα τα θέματα!

Ο ίδιος ο Παπάγος μιλώντας στη Βουλή αναφέρεται στις πληροφορίες που του έδωσε ο… Βουλπιώτης. Ο υπουργός Εργασίας Γονής έδειξε ειδικό ενδιαφέρον επισημαίνοντας στον πρωθυπουργό ότι θα χαθούν οι γερμανικές πιστώσεις.

Επικαλείται τον Βουλπιώτη. «Μπορεί να σας προσκομίσει αποδείξεις», λέει ο Γονής στον Παπάγο ο οποίος και τελικώς δέχθηκε τον εκπρόσωπο της Siemens και της Telefunken παρουσία των υπουργών Γονή και Καψάλη.

Κατά τη συζήτηση στη Βουλή και ενώ ήταν στο βήμα ο Παπαληγούρας, τον διακόπτει ο πρώην υπουργός Καραθόδωρος:

«Εφθάσαμεν να συζητάμε με τον Βουλπιώτη. Δεν έχομεν τώρα παρά να καλέσωμεν και τα Ες Ες. Επί 20 μήνες που ήμουν υπουργός Συγκοινωνιών ούτε εγνώρισα ούτε με εγνώρισεν ο κ. Βουλπιώτης, όστις σήμερον ποιεί τας διατριβάς του εις το υπουργείον Συγκοινωνιών».

Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

«Ανευ προηγουμένου»

Η συζήτηση στη Βουλή διήρκεσε ημέρες και το ενδιαφέρον του κοινού ήταν αμείωτο. Εκατοντάδες πολίτες συγκεντρώνονταν έξω από τη Βουλή για να εξασφαλίσουν μια θέση στα θεωρεία. Η Αστυνομία είχε λάβει έκτακτα μέτρα.

Ο Γεώργιος Παπανδρέου σηκώνει το βάρος της αντιπολίτευσης. «Δεν υπάρχει προηγούμενον εις την ιστορίαν της χώρας, κατά την οποίαν μέλη της κυβερνήσεως να στρέφονται εναντίον αλλήλων και να καταλογίζουν εναντίον αλλήλων τόσον βαρυτάτας κατηγορίας. Εάν οι δύο ομάδες του Συναγερμού αγωνίζονται σήμερον διά να καταλογίσουν αμοιβαίως ευθύνας και διά να κάμουν τον καταμερισμόν των, όμως και η Αντιπολίτευσις και ο ελληνικός λαός δεν ασχολούνται με τον καταμερισμόν των ευθυνών. Απασχολούνται με την άθροισιν των ευθυνών και η άθροισις των ευθυνών ονομάζεται χρεωκοπία του Συναγερμού».

Τότε κάποιος καταδικάστηκε…

Ποινή φυλάκισης ενάμισι έτους επιβλήθηκε στον Ι. Βουλπιώτη

Η ιστορία με τη Siemens, που προκάλεσε τη διάσπαση του Συναγερμού, θα κλείσει στα δικαστήρια, ένα μήνα προτού ο Καραμανλής διαδεχθεί τον Παπάγο. Τον Αύγουστο του 1955 πλέον οι Γερμανοί μέσω του Βουλπιώτη ξανάρχονται επιμένοντας ότι πρέπει να προχωρήσουν οι συμφωνίες.

Ο Κ. Καραμανλής ήταν τότε υπουργός Συγκοινωνιών, με υφυπουργό τον Κορίνθιο πολιτικό και μετέπειτα πρόεδρο της Βουλής Κ. Παπακωνσταντίνου. Ο Βουλπιώτης, με νέα επιστολή του στον Παπάγο κατηγορεί τον Παπακωνσταντίνου ότι καθυστερεί να υπογράψει τη σύμβαση με τη Siemens για την προμήθεια τηλεπικοινωνιακού υλικού και ότι με τρίτο πρόσωπο, έναν πρώην αγροφύλακα(!), του ζήτησε 10.000 δολάρια μίζα προκειμένου να προχωρήσει στην υπογραφή της σύμβασης.

Ο Παπακωνσταντίνου αντεπιτίθεται, αποκαλύπτοντας ότι ο Βουλπιώτης αξίωνε να τον προσλάβουν στον ΟΤΕ ως τεχνικό σύμβουλο για μία δεκαετία με αμοιβή 1 εκατομμύριο δολάρια.

Ο Παπακωνσταντίνου υποβάλλει την παραίτησή του η οποία δεν γίνεται δεκτή. Ο Παπάγος δηλώνει ότι περιβάλλει με εμπιστοσύνη τον υφυπουργό του, ο οποίος υποβάλλει μήνυση κατά του αγροφύλακα και του Βουλπιώτη

Ο Βουλπιώτης αναγκάζεται να δηλώσει ότι έχουν παρουσιασθεί μεσάζοντες, αλλά δεν έχει καμία σχέση μαζί τους ο υφυπουργός.

Όμως απειλεί και αυτός τον Παπακωνσταντίνου με μήνυση γιατί θεωρεί συκοφαντικό πως ζήτησε θέση τεχνικού συμβούλου στον ΟΤΕ.

Ομολογεί όμως πως ζήτησε πράγματι ένα εκατομμύριο δολάρια, όχι όμως για τον εαυτό του, αλλά για την εταιρεία!

Η υπόθεση φτάνει το Σεπτέμβριο στα τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών. Μάρτυρες κατά του Βουλπιώτη είναι οι Κ. Καραμανλής, Π. Κανελλόπουλος, Π. Παπαληγούρας και Λ. Ευταξίας. Ο Βουλπιώτης θα καταδικασθεί σε ενάμιση χρόνο φυλάκιση. Ήταν η πρώτη καταδίκη του Ι. Βουλπιώτη έπειτα από θυελλώδη πορεία από τις αρχές της δεκαετίας του ’30, στην Κατοχή και ξανά στη δεκαετία του ’50. Ήταν και η τελευταία φορά που απασχόλησε τη δημόσια ζωή.

Οι πολιτικές επιπτώσεις

Όμως, παρά την καταδίκη Βουλπιώτη, η Siemens είχε αναστατώσει την πολιτική ζωή της χώρας. Η παραίτηση Μαρκεζίνη δημιουργεί αναταράξεις σε ένα ήδη ταραγμένο πολιτικό σκηνικό.

Ο παλαιός δημοσιογράφος και πρώην υπουργός Γιώργος Ρωμαίος γράφει για τις πολιτικές επιπτώσεις της παραίτησης Μαρκεζίνη:

«Αν ο Μαρκεζίνης είχε παραμείνει στον Συναγερμό ως Νο 2 πιθανόν οι εξελίξεις, μετά τον θάνατο του Παπάγου, θα ήσαν διαφορετικές. Δεν θα υποχωρούσε τόσο εύκολα όσο ο Στεφανόπουλος και ο Κανελλόπουλος στην ανακτορική επιλογή του Καραμανλή. Πιθανόν να μην την απέτρεπε, αλλά θα ήσαν άλλες οι επιπτώσεις αν συμμετείχε στην κυβέρνηση Καραμανλή. Η συνύπαρξή Καραμανλή-Μαρκεζίνη στην ίδια κυβέρνηση δεν θα ήταν μακρά. Η πιθανή αποχώρησή του Μαρκεζίνη από τον Συναγερμό μετά την ανάθεση της εντολής στον Καραμανλή θα ήταν κίνηση καθαρά πολιτική και δεν θα τον συνόδευε η “ρετσινιά” με την οποία τον στόλισε ο Παπάγος…

Στις εκλογές του 1956 δεν θα γίνει δεκτός στον συνασπισμό της Δημοκρατικής Ένωσης και θα μείνει εκτός Βουλής, στις εκλογές του 1958 συνεργάστηκε με την ΕΠΕΚ και το Αγροτικό Κόμμα, στις εκλογές του 1961 με την Ένωση Κέντρου, στις εκλογές του 1963 μόνος του και στις εκλογές του 1964 με την ΕΡΕ».

Και όμως η επιστολή Έρχαρτ ήταν γνωστή

Ο Μαρκεζίνης όμως δεν είχε εντελώς άδικο. Πολύ αργότερα απεδείχθη ότι η κυβέρνηση Παπάγου είχε στην κατοχή της τις επιστολές Έρχαρτ-Μαρκεζίνη. Οι επιστολές βρέθηκαν στα συρτάρια της.

Δικαιολογημένα ο Μαρκεζίνης στην αγόρευσή του στις 24 Νοεμβρίου 1954 διερωτάται γιατί ο Παπάγος δεν τον είχε καλέσει να δώσει εξηγήσεις προτού προβεί στις δηλώσεις του. Εύλογο και το συμπέρασμά του:

«Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι όπισθεν του διαφανούς τεχνάσματος της δεσμεύσεως, της αποδεσμεύσεως και της εκ νέου δεσμεύσεως, μία η πραγματικότης: να απαλλαγώμεν του Μαρκεζίνη, αφού τον δυσφημήσουμε και ολίγον…».

Ο Παπαληγούρας δηλώνει στη Βουλή ότι έψαξαν όλα τα συρτάρια του υπουργείου Συντονισμού και του υπουργείου Εξωτερικών και δεν βρέθηκαν οι επιστολές! Σαφής κατηγορία κατά του Μαρκεζίνη. Είχε εξαφανίσει τα πρωτότυπα!

Ο Μαρκεζίνης στη «Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος» (Γ’ τόμος) αναφέρει:

«Τα κείμενα των Συμφωνιών τελικώς θα βρεθούν μετά τον θάνατο του Παπάγου, επί κυβερνήσεως Κ. Καραμανλή στο ερμάριο του προσωπικού γραφείου του τέως υπουργού Εξωτερικών Στ. Στεφανόπουλου. Ο διευθυντής του Γραφείου του νέου υπουργού Εξωτερικών Σ. Θεοτόκη, μου ετηλεφώνησε για την ανεύρεσή τους, αφού προηγουμένως είχε ενημερώσει τον υπουργό Εξωτερικών και εκείνος τον πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή. Η είδηση όπως ήταν φυσικό αιφνιδίασε τους πάντες…».

Ο Σπ. Μαρκεζίνης στην Ιστορία του αφηγείται το τέλος της συγκεκριμένης ιστορίας ως εξής:

«Στη Βουλή…ο Ι. Ζίγδης ζήτησε τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής. Χρόνια αργότερα (1990) ο Ι. Ζίγδης θα αποκαλύψει στη Βουλή ότι ο ίδιος ο Παπάγος τού είχε υποδείξει να ζητήσει τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής και επειδή εκείνος δίσταζε διερωτώμενος πώς θα υποστήριζε το αίτημά του, ο πρωθυπουργός τού υποσχέθηκε ότι θα μιλούσε ο ίδιος αλλά και άλλοι βουλευταί, ανέφερε μάλιστα το όνομα του Ελευθερίου Γονή. Είναι χαρακτηριστικό ότι και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Μαντζαβίνος επιέζετο να καταθέσει ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής και όταν θα αρνηθεί να το πράξει θα αποπεμφθεί από την Τράπεζα, για να ανατείλει η περίοδος Ξ. Ζολώτα».

Την ίδια περίοδο με την «ανακάλυψη» των επιστολών ανακοινώνεται και το πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής, το οποίο καταλογίζει πολιτικές ευθύνες στον Μαρκεζίνη, αλλά δεν θα δοθεί συνέχεια.

Η ιστορία της Siemens δεν επαναλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο σήμερα. Όμως η παρουσία της γερμανικής εταιρείας στην Ελλάδα είναι τελικά αμαρτωλή.